RONNIE JAMES DIO

O άνθρωπος που σχεδόν καθιέρωσε την χειρονομία με τα “κέρατα του διαβόλου”

Ο Ronald James Padavona,αυτό ήταν το πραγματικό όνομα του Ronnie James Dio, γεννήθηκε την 10η Ιουλίου 1942 και άφησε τον μάταιο τούτο κόσμο στις 16 Μαΐου 2010.

Έγινε γνωστός σε ολόκληρο τον μουσικό πλανήτη ως ο θρύλος Ronnie James Dio, ένας μοναδικός Αμερικανός τραγουδιστής και συνθέτης του hard rock και του heavy metal.

Ήταν επικεφαλής αλλά και συμμετείχε πρωταγωνιστικά σε  πολλά συγκροτήματα σε όλη τη διάρκεια της καριέρας του, με τα σημαντικότερα από αυτά που τελικά τον καθιέρωσαν να είναι οι Elf, Rainbow, Black Sabbath, Dio και Heaven & Hell.

Αν και οι γονείς του ήταν από το Cortland της Νέας Υόρκης, ο Dio γεννήθηκε στο Portsmouth του New Hampshire, όπου η οικογένειά του έμενε ενώ ο πατέρας του  υπηρετούσε τη θητεία του στον στρατό των ΗΠΑ, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Ήταν το μοναδικό παιδί μιας Ιταλικής οικογένειας η οποία διέμεινε εκεί έως τη μετακόμισή τους στο Κόρτλαντ της Νέας Υόρκης κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής του. Οι γονείς του τον γαλούχησαν με τις αρχές της Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας, γεγονός το οποίο τον δυσαρεστούσε

Αρχικά, παιδί ακόμα, ο Ντίο ασχολήθηκε με την τρομπέτα, όπως επίσης ηχογράφησε αρκετά τραγούδια με διάφορα μουσικά σχήματα της ροκαμπίλι. Η επίσημη μουσική πορεία του ξεκίνησε ήδη στα γυμνασιακά του χρόνια, όταν το 1957 προσχώρησε, αρχικά ως μπασίστας, στους “The Vegas Kings” από την Νέα Υόρκη, οι οποίοι συν αποτελούταν από τουςΜπίλι Ντε Γούλφ στο τραγούδι, Νικ Πάντας στην κιθάρα, Τομ Ρότζερς στα ντράμς και Τζακ Μασκί στο σαξόφωνο.

Το συγκρότημα σύντομα μετονομάστηκε σε “Ronnie and the Rumblers” και το 1958, άλλαξε ξανά το όνομά του σε “Ronnie and the Redcaps”, παράλληλα με αλλαγές που έκανε στο δυναμικό του.

Έτσι, ο Πανταβόνα αντικατέστησε τον Ντε Γουόλφ στη θέση του τραγουδιστή, ο Μασκί αποχώρησε από το σχήμα και ένας καινούργιος κιθαρίστας, ο Ντικ Μπότοφ, προσχώρησε στη σύνθεση.

Με αυτήν την καινούργια σύνθεση και όνομα κυκλοφόρησαν δύο singls:

  • το 1958, το 7 ιντσών “Lover” μέσω της δισκογραφικής εταιρίας Reb Records και
  • το 1961, μέσω της Seneca, το “An Angel Is Missing” (S 178-102, USA).

Στην πρώτη πλευρά του “Lover” ακούγεται το ομώνυμο κομμάτι στο οποίο τραγουδάει ακόμη ο Billy DeWolfe, ο προκάτοχος του Πανταβόνα, ενώ η φωνή του τελευταίου μπορεί να ακουστεί ξεκάθαρα στο υπόβαθρο.

Η δεύτερη πλευρά φέρει το τραγούδι ‘Conquest’, ορχηστρικό, στο ύφος των Ventures, με τον ίδιο στην τρομπέτα. Το “An Angel Is Missing” παρουσιάζει το ομώνυμο τραγούδι στην πρώτη πλευρά ενώ στη δεύτερη υπάρχει το “What’d I Say“.

Και στα δύο τραγουδάει, επίσημα στη θέση του τραγουδιστή πλέον, ο Ντίο ο οποίος έκτοτε υιοθέτησε το παρωνύμιο αυτό ως αναφορά στο μέλος της Ιταλικής μαφίας Τζόνι Ντίο και το χρησιμοποίησε για πρώτη φορά επαγγελματικά σ’ αυτή, τη δεύτερη single κυκλοφορία του συγκροτήματος.

Την ίδια χρονιά, το συγκρότημα άλλαξε το όνομά του ξανά σε Ronnie Dio and the Prophets.

Η συγκεκριμένη σύνθεση διήρκεσε αρκετά και κυκλοφόρησε μια πλειάδα singles καθώς και ένα ολοκληρωμένο άλμπουμ. Πηγές αναφέρουν τον Dio ως τον αποκλειστικό δημιουργό των τραγουδιών σε κάποια εκ των singles, ισχυρισμούς τους οποίους όμως ο ίδιος έχει διαψεύσει, αναφέροντας ότι η παραγωγική διαδικασία των singles υπήρξε αποτέλεσμα των μελών του σχήματος.

Το συγκρότημα των Ronnie Dio and the Prophets διαλύθηκε το 1967, ο Dio όμως, μαζί με τον κιθαρίστα τον Νικ Πάντας, δημιούργησαν ένα καινούργιο, με το όνομα Electric Elves το οποίο το 1969 σμίκρυναν σε ELF.

Εκείνη την εποχή, με αυτό το σχήμα, άνοιγαν τις συναυλίες των Deep Purple .

Οι φωνητικές δυνατότητες του Ντίο έτυχαν της προσεκτικής παρατήρησης του κιθαρίστα των Deep Purple, Ritchie Blackmore και όταν εκείνος αποχώρησε από τους τελευταίους, προσέλαβε το Ντίο και άλλα μέλη των ELF, σχηματίζοντας τους Rainbow.

Το σχήμα αυτό θα κυκλοφορήσει το 1975 τον πρώτο δίσκο του,”Ritchie Blackmore’s Rainbow.

Κατά τη διάρκεια της παραμονής του, το συγκρότημα κυκλοφόρησε τρία στούντιο και ένα ζωντανό άλμπουμ. Η χρυσή φωνή του ταξίδεψε σε όλα τα σημεία του πλανήτη με το ομότιτλο, το “Rising” και το “Longlive Rock ‘n’ Roll”, αλλά οι μουσικές διαφορές με την επικείμενη εμπορική στροφή του Blackmore στην αμερικανική αγορά, τον οδήγησαν στην αποχώρηση.

Ο Dio όμως ήδη θεωρούνταν ένας από τους κορυφαίους τραγουδιστές του heavy rock.

Έτσι το 1979, αντικαθιστά τον Ozzy Osbourne στο μικρόφωνο, κυριολεκτικά σώζει την καριέρα των Black Sabbath σε μια πολύ κρίσιμη χρονική στιγμή και μπαίνει μαζί τους θέτοντας τις βάσεις του heavy metal των 80’s.

Μετά τα μυθικά “Heaven and Hell” και “Mob Rules” και την πέτρα του σκανδάλου, το live άλμπουμ “Live Evil”, αποχωρεί για να σχηματίσει το 1982 το προσωπικό του σχήμα, τους Dio, αφήνοντας νέα άλμπουμ μνημεία στη μεγάλη του λίστα με έναρξη τα κολοσσιαία “Holy Diver” και “The Last In Line”.

Επιστρέφει περιστασιακά στους Black Sabbath την πρώτη φορά με το άλμπουμ “Dehumanizer”, του 1992, και την δεύτερη το 2006, όταν για τους γνωστούς νομικούς λόγους, κυκλοφορούν με το όνομα Heaven & Hell το άλμπουμ “The Devil You Know”.

Τον Νοέμβριο του 2009, ο Dio διαγνώστηκε με καρκίνο στο στομάχι και πέθανε από την ασθένεια έξι μήνες αργότερα.

Ο Dio θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους και πιο σημαντικούς τραγουδιστές του heavy metal όλων των εποχών.

Είναι γνωστός για τη διάδοση της λεγόμενης χειρονομίας με τα “κέρατα του διαβόλου” στη metal κουλτούρα, και τους περίφημους στίχους τραγουδιών του με συμβολικά, μεσαιωνικά θέματα.

Σύμφωνα με τον ίδιο τον τραγουδιστή, δανείστηκε τα περιβόητα πια “devil’s horns” από μια χειρονομία που συνήθιζε να κάνει η γιαγιά του.

Ο Dio είχε ένα ισχυρό, ευέλικτο, φωνητικό εύρος με παντοδύναμο προσωπικό στοιχείο και ήταν ικανός να τραγουδήσει τα πάντα, από πολύ δυναμικές, επικές συνθέσεις , μέχρι ευαίσθητες μπαλάντες.

Δημιούργησε μια τεράστια σχολή που συνεχίζει να βρίσκει μιμητές. Του απονεμήθηκε το “Metal Guru Award” από το Classic Rock Magazine το 2006.

Βραβεύτηκε επίσης ως ο “Καλύτερος Metal τραγουδιστής” στα βραβεία Revolver Golden Gods το 2010 και χαρακτηρίστηκε σαν ο καλύτερος τραγουδιστής του είδους το 2013 από τη μουσική δημοσιογράφο Sacha Jenkins.

Πέρα από οτιδήποτε όμως, ο μεγάλος αυτός τραγουδιστής παραμένει μοναδικός και αναντικατάστατος στις καρδιές όλων των ανθρώπων που τον λάτρεψαν, και μαζί με αυτόν και τη μουσική αυτή.

Η ιστορία του χρονολογικά

1953– Γεννιέται ο σπουδαίος Καναδός κιθαρίστας και τραγουδιστής Rik Emmett, στο Toronto του Ontario. Ο Emmett έγινε κυρίως γνωστός για τη σημσντική διαδρομή του με το πετυχημένο και ξεχωριστό hard rock trio των Triumph, στη διάρκεια της δεκαετίας του ’80, σαν κιθαρίστας του γκρουπ, αλλά και κύριος τραγουδιστής (έκανε φωνητικά και ο ντράμερ τους, Gil Moore, έχοντας μια καταπληκτική φωνή με μεγάλη έκταση. Εγκατέλειψε το γκρουπ το 1988, ακολουθώντας προσωπική καριέρα, ενώ είχε και αρκετές αξιόλογες συνεργασίες.  

1972– Το “Chicago V” είναι το πέμπτο άλμπουμ του αμερικάνικου rock συγκροτήματος Chicago και κυκλοφόρησε από την Columbia. Είναι αξιοσημείωτο ότι ήταν το πρώτο κανονικό στούντιο άλμπουμ του γκρουπ, αφού κυκλοφόρησε τρία συνεχόμενα διπλά άλμπουμ και ένα box set τεσσάρων δίσκων με ζωντανό υλικό.

Ηχογραφημένο λίγο πριν βγει το “Chicago at Carnegie Hall” στα τέλη του 1971, το “Chicago V”  γράφτηκε σε κάτι περισσότερο από μια εβδομάδα και αναγκάστηκε να κυκλοφορήσει το επόμενο καλοκαίρι. Λίγο πριν το άλμπουμ, βγήκε το single “Saturday in the Park”,  που έγινε η μεγαλύτερη επιτυχία του συγκροτήματος μέχρι εκείνη τη στιγμή, φτάνοντας στο Νο. 3 στις ΗΠΑ. Το επόμενο single,  “Dialogue (Part I & II)”,  πήγε επίσης πολύ καλά, φτάνοντας στο Νο. 24 στις ΗΠΑ.

2000– Το “Parachutes” είναι το ντεμπούτο στούντιο άλμπουμ του βρετανικού rock συγκροτήματος Coldplay. Κυκλοφόρησε από την Parlophone στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η παραγωγή του άλμπουμ έγινε από το συγκρότημα και τον Βρετανό παραγωγό  Ken Nelson, εκτός από ένα κομμάτι, το “High Speed”, του οποίου η παραγωγή έγινε από τον Chris Allison. Από το  “Parachutes” προέκυψαν τα singles “Shiver”, “Yellow”, “Trouble” και “Don’t Panic”.

Το άλμπουμ γνώρισε εμπορική επιτυχία και πήρε θετικές κριτικές. Μετά την κυκλοφορία του, έφτασε γρήγορα στο νούμερο ένα στο Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ στις Ηνωμένες Πολιτείες ανέβηκε στο νούμερο 51 του Billboard 200.

2001– Ο περίφημος πρώην μπασίστας/τραγουδιστής των ιστορικών Cream, Jack Bruce, κυκλοφορεί το δωδέκατο στούντιο άλμπουμ του, με τον τίτλο “Shadows in the Air”, με συμπαραγωγό τον Kip Hanrahan. Πέρα από τον ίδιο στα φωνητικά, το μπάσο, την ακουστική κιθάρα, και το πιάνο, υπάρχουν πολλοί σημαντικοί μουσικοί που συμμετέχουν στις ηχογραφήσεις, όπως οι Eric Clapton, Dr. John, Gary Moore, Vernon Reid και πολλοί άλλοι. 

Leave a comment

Your email address will not be published. Required fields are marked *